Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcattivèria, cattiverìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kattiˈvɛrja], [kattiveˈria] η κακία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |