Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcastàldo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [kasˈtaldo] 1 τροφοδότης πλοίου 2 υπάλληλος τροφοδοσίας οργανισμού 3 μεσίτης γης και ακίνητης περιουσίας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |