Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcantóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [kanˈtone] 1 γωνία δρόμου 2 γωνία 3 καντόνι 4 αυτόνομη περιφέρεια 5 αγκώνας 6 περιφέρεια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |