Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcanzonàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [kantsoˈnare] 1 πειράζω 2 δουλεύω κάποιον 3 κουρντίζω κάποιον 4 γελοιοποιώ 5 χλευάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |