Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbrevettàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [brevetˈtato] 1 σίγουρος 2 αλάνθαστος 3 πατενταρισμένος 4 κατοχυρωμένος με ευρεσιτεχνία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |