Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbìrro
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈbirro] 1 μπάτσος 2 αστυνομικός (υποτιμητικά) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |