bigliètto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [biʎˈʎetto]
1 (cine, tram) το εισιτήριο
2 (banconota) το χαρτονόμισμα
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [biʎˈʎetto]
1 (cine, tram) το εισιτήριο
2 (banconota) το χαρτονόμισμα
permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα
biglietto [αρσ.] da visita = το επισκεπτήριο || biglietto [αρσ.] d'auguri = η ευχετήρια κάρτα, το επισκεπτήριο || biglietto [αρσ.] di andata e ritorno = το εισιτήριο με επιστροφή || biglietto [αρσ.] di condoglianze = το συλλυπητήριο γράμμα || biglietto [αρσ.] di sola andata = το απλό εισιτήριο || biglietto [αρσ.] di sola andata = το εισιτήριο απλής διαδρομής || biglietto [αρσ.] ridotto = το μισό εισιτήριο || biglietto [αρσ.] ridotto = το μισό εισιτήριο, απλό εισιτήριο
biglietto (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android