Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbevànda
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [beˈvanda] το ποτό permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαbevanda [θηλ.] alcolica = το αλκοολούχο ποτό || bevanda [θηλ.] analcolica = το μη αλκοολούχο ποτό || bevande [θηλ. πλυθ.] escluse = χωρίς πότα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |