Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbagórdo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [baˈgordo] 1 ακολασία 2 χαροκόπι 3 όργιο 4 κραιπάλη 5 γλέντι 6 ξεφάντωμα 7 οινοποσία 8 γλεντοκόπι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |