Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbachicoltùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,bakikolˈtura] 1 μεταξουργία 2 σηροτροφία 3 τέχνη ή βιομηχανία κατεργασίας μεταξιού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |