Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόassennatézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [assennaˈtettsa] 1 σύνεση 2 φρονιμάδα 3 διακριτικότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |