Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόannacquàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [annakˈkwato] 1 αραιωμένος με νερό 2 μετριασμένος 3 ενυδατωμένος 4 εν διαλύσει permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |