Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόammattonàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ammattoˈnare] 1 κλείνω με τούβλα 2 χτίζω με τούβλα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |