Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόalpìno
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [alˈpino] αλπικός permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαstella [θηλ.] alpina = το έντελβαϊς Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |