Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόalimentàrio
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [alimenˈtarjo] 1 ο της τροφής ή των τροφίμων 2 τροφικός 3 διατροφικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |