ItalianoGreco


agrèsto  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [aˈgrɛsto]

1 ξινός χυμός αγίνωτων φρούτων
2 στρυφνή διάθεση ή τρόποι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---