Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόadattabilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [adattabiliˈta] 1 προσαρμογή 2 εναρμόνιση 3 συμμόρφωση 4 καταλληλότητα 5 φόρμα 6 υγεία 7 προσαρμοστικότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |