Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaccorciàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [akkorˈʧare] κονταίνω accorciàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [akkorˈʧarsi] κονταίνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |