ItalianoGreco


accomodaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [akkomodaˈmento]

1 προσαρμογή
2 τροποποίηση
3 συμφωνία
4 συμβιβασμός
5 διόρθωση
6 ρύθμιση
7 τακτοποίηση
8 επισκευή
9 διακανονισμός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---