Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaccartocciaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [akkartotʧaˈmento] 1 ζάρωμα 2 σύγκρουση 3 χάρτινο φυσίγγι 4 βόστρυχος 5 μπούκλα 6 κουλούριασμα 7 κατσάρωμα 8 τύλιγμα 9 τσαλάκωμα 10 πακετάρισμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |