Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaccartocciàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [akkartotˈʧato] 1 συσπειρώνομαι 2 κουβαριάζομαι 3 κουλουριάζομαι 4 σγουραίνω 5 ζαρώνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |