Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbrustiatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [abbrustjaˈtura] 1 καψαλίζω 2 καίω επιφανειακά 3 τσουρουφλίζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |