Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbrunìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [abbruˈnire] 1 βάφω κάτι καφέ 2 γίνομαι καφέ στο δέρμα 3 μαυρίζω (στον ήλιο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |