Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

κουλουριασμένος [επίθ.] κουμέντιον [ουσ ουδ.]
κουλουρτζής [ουσ αρσ ] κουμεντούρης [ουσ αρσ ]
κουλοχέρα [θηλ.ουσ] κουμέσσος [ουσ αρσ ]
κουλοχέρης [επίθ.] κουμκάν [ουσ ουδ.]
κουλοχέρης [ουσ αρσ ] κουμκουάτ [ουσ ουδ.]
κουλτούρα [θηλ.ουσ] κουμμενταρήσιος [ουσ αρσ ]
κουλτουριάρα [θηλ.ουσ] κουμμερκιάρης [ουσ αρσ ]
κουλτουριάρηδες {κουλτουρι... κουμμέρκιν [ουσ ουδ.]
κουλτουριάρης {κουλτουρι... κουμμεσσάριος [ουσ αρσ ]
κουμάντα [θηλ.ουσ] κουμμουνίστρια [θηλ.ουσ]
κουμανταδόρος [ουσ αρσ ] κουμού [ουσ ουδ.]
κουμαντάρισμα [ουσ ουδ.] κουμουδεύω [ρ.]
κουμανταρισμένος [επίθ.] κουμουδιάζω [ρ.]
κουμαντάρω {κουμαντάρ... κουμουδίτα [θηλ.ουσ]
κουμαντέρνομαι [ρ. παθ.] κούμουλος [επίθ.]
κουμαντέρνω [ρ. μτβ.] κουμπάκι [ουσ ουδ.]
κουμαντίζα [θηλ.ουσ] κουμπανάτος [ουσ αρσ ]
κουμάντο {χωρ. πληθ... κουμπάνια [θηλ.ουσ]
κουμάρι {κουμαρ-ιο... κουμπάνιος [ουσ αρσ ]
κουμαριά [θηλ.ουσ] κουμπάρα {κουμπαράδ...
κουμαρίνη [θηλ.ουσ] κουμπαράς [-άδες]
κούμαρο [ουσ ουδ.] κουμπαριά [θηλ.ουσ]
κουμαρτζής {κουμαρτζή... κουμπάρος [ουσ αρσ ]
κουμάσι {κουμασ-ιο... κουμπάσο [ουσ ουδ.]
κουμενταρία [θηλ.ουσ] κουμπάω impf ακουμ...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: