Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κουλτουριάρα
ουσιαστικό θηλυκό

femminile di [κουλτουριάρης]

κουλτουριάρηδες
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός

il cultura`me ~m~

κουλτουριάρης  
επίθετο

((ironico)) intellettualoide

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κουλτούρα κουμάντα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---