Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

κόρφος [ουσ αρσ ] κοσμηματογράφος [ουσ αρσ και θηλ.]
κόρωμα {δύσχρ. κο... κοσμηματοθήκη {κοσμηματο...
κορωμένος [επίθ.] κοσμηματοποιία {χωρ. πληθ...
κορώνα [θηλ.ουσ] κοσμηματοποιός [ουσ αρσ ]
κορώνη [θηλ.ουσ] κοσμηματοπωλείο [ουσ ουδ.]
κορωνίδα {-ας κ. -ί... κοσμηματοπώλης {κοσμηματο...
κορωνίς [θηλ.ουσ] κοσμηματοπώλισσα {κοσμηματο...
κορώνω {κόρω-σα, ... κοσμημένος [επίθ.]
κορώνω {κόρω-σα, ... κοσμητεία {κοσμητειώ...
κόσα {χωρ. γεν.... κοσμητικός [επίθ.]
κοσέρβα [θηλ.ουσ] κοσμήτορας {(θηλ. κοσ...
κοσιά [θηλ.ουσ] κοσμικογράφος [ουσ αρσ και θηλ.]
κοσκινίζω {κοσκίνισ-... κοσμικοποίηση [θηλ.ουσ]
κοσκίνισμα [ουσ ουδ.] κοσμικός [επίθ.]
κοσκινισμένος [επίθ.] κοσμικός [ουσ αρσ ]
κοσκινιστής [ουσ αρσ ] κοσμικότητα {κοσμικοτή...
κόσκινο [ουσ ουδ.] κοσμικότητες [θηλ. ουσ πληθ.]
κοσκινού {κοσκινούδ... κόσμιος -α -ο λόγ....
κοσμαγάπητος [επίθ.] κο§σμιό§τα§τος [επίθ.]
κοσμάκης {χωρ. πληθ... κο§σμιό§τε§ρος [επίθ.]
κοσμαναγυρεύω [ρ.] κοσμιότητα {χωρ. πληθ...
κόσμημα {κοσμήμ-ατ... κοσμίως [επίρ.]
κοσμήματα [ουσ ουδ πληθ.] κο§σμιώ§τα§τος [επίθ.]
κοσμηματογραφία [θηλ.ουσ] κο§σμιώ§τε§ρος [επίθ.]
κοσμηματογραφικός [επίθ.] κοσμοβριθής {κοσμοβριθ...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: