Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

βήχω {έβηξα} (έ... βιβλιεκδότης {βιβλιεκδο...
βία {χωρ. πληθ... βιβλιεμπόριο {βιβλιεμπο...
βιάζομαι [ρ. παθ.] βιβλικός [επίθ.]
βιάζω {βίασ-α, -... βιβλίο [ουσ ουδ.]
βίαια [επίρ.] βιβλιογραφία {βιβλιογρα...
βιαιοπραγία {βιαιοπραγ... βιβλιογραφικός [επίθ.]
βιαιοπραγώ (βιαιοπράγ... βιβλιοδεσία {βιβλιοδεσ...
βίαιος [επίθ.] βιβλιοδετημένος [επίθ.]
βιαιότατος [επίθ.] βιβλιοδέτης [ουσ αρσ ]
βιαιότερος [επίθ.] βιβλιοδέτηση [θηλ.ουσ]
βιαιότητα [θηλ.ουσ] βιβλιοδέτρια [θηλ.ουσ]
βιαίως [επίρ.] βιβλιοδετώ [-είς, -εί...
βιάση {χωρ. πληθ... βιβλιοθηκάριος [ουσ αρσ ]
βιάσιμο [ουσ αρσ ] βιβλιοθήκη {βιβλιοθηκ...
βιασμένος [επίθ.] βιβλιοθηκονομία {χωρ. πληθ...
βιασμός [ουσ αρσ ] βιβλιοκρισία {βιβλιοκρι...
βιάσου! [επιφ.] βιβλιοκριτική [θηλ.ουσ]
βιαστής [ουσ αρσ ] βιβλιοκριτικός [επίθ.]
βιαστικά [επίρ.] βιβλιοκριτικός [ουσ αρσ και θηλ.]
βιαστικός [επίθ.] βιβλιολάτρης {βιβλιολατ...
βιασύνη {χωρ. γεν.... βιβλιολατρία [θηλ.ουσ]
βιβάρι {βιβαρ-ιού... βιβλιολάτρισσα {βιβλιολα-...
Βίβιαν [θηλ.ουσ] βιβλιομανής [επίθ.]
βιβλιαράκι [ουσ ουδ.] βιβλιομανία [θηλ.ουσ]
βιβλιάριο {βιβλιαρί-... βιβλιοπωλείο [ουσ ουδ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: