Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

αδιαμόρφωτος [επίθ.] αδιασταύρωτος [επίθ.]
αδιαμφισβήτητα [επίρ.] αδιατάρακτος [επίθ.]
αδιαμφισβήτητος [επίθ.] αδιατάραχτος [επίθ.]
αδιανέμητος [επίθ.] αδιατίμητος [επίθ.]
αδιανόητα [επίρ.] αδιάτρητος [επίθ.]
αδιανόητος [επίθ.] αδιατύπωτος [επίθ.]
αδιάντροπα [επίρ.] αδιαφάνεια [θηλ.ουσ]
αδιαντροπιά [θηλ.ουσ] αδιαφανέστατος [επίθ.]
αδιάντροπος [επίθ.] αδιαφανέστερος [επίθ.]
αδιαπαιδαγώγητος [επίθ.] αδιαφανής {αδιαφαν-ο...
αδιάπαυστος [επίθ.] αδιαφανοποίηση [θηλ.ουσ]
αδιαπέραστα [επίρ.] αδιάφθορος [επίθ.]
αδιαπέραστος [επίθ.] αδιαφιλονίκητα [επίρ.]
αδιαπερατότητα [θηλ.ουσ] αδιαφιλονίκητος [επίθ.]
αδιάπλαστος [επίθ.] αδιάφορα [επίρ.]
αδιαπραγμάτευτος [επίθ.] αδιαφόρετα [επίρ.]
αδιάπτωτος [επίθ.] αδιαφόρετος [επίθ.]
αδιάρρηκτος [επίθ.] αδιαφορία [θηλ.ουσ]
αδιαρρύθμιστος [επίθ.] αδιάφορος [επίθ.]
αδιασάλευτος [επίθ.] αδιαφορώ {αδιαφορεί...
αδιασάφητος [επίθ.] αδιαφύλακτος [επίθ.]
αδιασάφιστος [επίθ.] αδιαφώτιστος [επίθ.]
αδιασείστος [επίθ.] αδιαχώρητο {χωρ. πληθ...
αδιάσπαστος [επίθ.] αδιαχώριστος [επίθ.]
αδιάστατος [επίθ.] αδιάψευστος [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: