Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αδιανέμητος  
επίθετο

1 indivi`so; non riparti`to; non distribui`to η αλληλογραφία είναι ακόμα αδιανέμητη==la corrispondenza non è ancora stata distribuita
2 indivisi`bile αδιανέμητη περιουσία==patrimonio indivisibile

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αδιαμφισβήτητος αδιανόητα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---