Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λήψη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 il pre`ndere ~m~, il rice`vere ~m~, ricezio`ne ~f~ λήψη αποφάσεων == il prendere delle decisioni && λήψη μέτρων == il prendere misure && λήψη επιστολής == ricezione di una lettera && σας γνωρίζουμε λήψη == accusiamo ricezione, ricevuta
2 burocrazia riscossio`ne ~f~, esazio`ne ~f~ λήψη χρημάτων == riscossione di denaro
3 l'inghiotti`re ~m~, il pre`ndere ~m~, deglutizio`ne ~f~, ingerime`nto ~m~ λήψη φαρμάκων == ingerimento di medicine && λήψη τροφής == ingerimento di cibo ripre`sa ~f~ αύριο τελειώνουν οι λήψεις της νέας τηλεοπτικής σειράς == domani terminano le riprese della nuova serie telesiva && μηχανή λήψεως == macchina da presa, da ripresa, cinepresa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ληστρικός ληψοδοσία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---