Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόλία
επίρρημα variante di [λίαν] λίαν επίρρημα ((arcaico)) assa`i λίαν συντόμως == assai presto, tra non molto, fra breve && λίαν καλώς == molto bene (di voto) permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |