Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκοκ
ουσιαστικό ουδέτερο 1 coke ~m~ /κοκ/ 2 gastronomia pa`sta ~f~ roto`nda di pan di Spagna, con uno stra`to centra`le di crema, ricope`rta di cioccola`ta permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |