Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καύτρα  
ουσιαστικό θηλυκό

l'estremità ~f~ acce`sa della sigare`tta, la brace ~f~ della sigare`tta

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καυτός καύχα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---