Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γκαϊντατζής  
ουσιαστικό αρσενικό

1 zampogna`ro ~m~
2 suonato`re ~m~ di cornamu`sa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γκάιντα γκαλά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---