Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γενεσιουργός  
επίθετο

generato`re ~m~; generato`re ~m~; creato`re ~m~ γενεσιουργό αίτιο==causa generativa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γενεσιουργία γενέτειρα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---