Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γελοιογραφία  
ουσιαστικό θηλυκό

1 caricatu`ra ~f~
2 vigne`tta ~f~ umoristica
3 l'arte ~f~ del vignetti`sta, del caricaturi`sta

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γελοιογραφημένος γελοιογράφος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---