Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ευτυχία  
ουσιαστικό θηλυκό

1 felicità ~f~ ευχήθηκαν στoυς νιόπαντρους κάθε ευτυχία == hanno augurato agli sposi ogni felicità
2 buo`na fortu`na ~f~, buon e`sito ~m~, succe`sso ~m~ η ευτυχία ενός εγχειρήματoς == il successo di un'impresa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ευτυχής ευτυχισμένα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---