Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεπισωρεύομαι
ρήμα παθητικό 1 accumula`rsi 2 addensa`rsi επισωρεύω ρήμα μεταβατικό 1 accastella`re 2 accatasta`re 3 accumula`re 4 affastella`re 5 ammassa`re permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |