Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επισιτίζομαι
ρήμα παθητικό


επισιτίζω  
ρήμα μεταβατικό

riforni`re di vi`veri, approvvigiona`re, vettovaglia`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επίσης επισιτισμός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---