Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επίσκεψη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 vi`sita ~f~ κάνω επίσκεψη == far visita | ανταποδίδω επίσκεψη == ricambiare una visita
2 medicina vi`sita ~f~ me`dica τι Σας οφείλω για την επίσκεψη; == quanto Le devo per la visita?
3 o`spite ~mf~, vi`sita σήμερα έχουμε επισκέψεις == oggi abbiamo ospiti / visite

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επισκευή επισκιάζομαι  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το ωράριο επισκέψεων = orario [αρσ.] di visite


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---