Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επιπλήττομαι
ρήμα παθητικό


επιπλήττω  
ρήμα μεταβατικό

rimprovera`re, biasima`re, ripre`ndere επιπλήττω δριμύτατα == rimproverare aspramente

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επίπληξη έπιπλο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---