Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεπείγει
ρήμα απρόσωπο urge, è urg`ente το ζήτημα επείγει == la questione è urgente επείγομαι ρήμα παθητικό ave`re urge`nza επείγoμαι να σε συναντήσω == ho urgenza di incontrarti επείγω ρήμα μεταβατικό 1 incalza`re 2 pre`mere permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |