Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεπειδή
σύνδεσμος perché, sicco`me, dato che, poiché, giacché με αποφεύγει, επειδή τσακωθήκαμε κάπoτε == mi evita, perché una volta abbiamo litigato | επειδή έβρεχε, δε βγήκαμε == siccome / dato che / poiché pioveva, non siamo usciti εφειδή σύνδεσμος variante di [επειδή] εφειδήν σύνδεσμος variante di [επειδή] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |