Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ελευθέριος  
επίθετο

1 libera`le, genero`so
2 dissolu`to, li`bero, licenzio`so γυναίκα ελευθερίων ηθών == donna di facili costumi | ελευθέρια επαγγέλματα == libere professioni

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ελευθεριάζω ελευθεριότητα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---