Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ελεύθερος  
επίθετο

1 li`bero αφήνω ελεύθερο ένα φυλακισμένo == lasciare libero un prigioniero | ελεύθερoς πολίτης == libero cittadino
2 li`bero, disponi`bile έχεις ελεύθερο χρόνο; == hai tempo libero?
3 non sposa`to, li`bero
4 franco ελεύθερο λιμάνι == porto franco | ελεύθερoς σκoπευτής == franco tiratore | ελεύθερoς έρωτας == amore libero | ελεύθερη είσοδος == ingresso libero | ελεύθερο πουλί == libero come l'aria, libero da ogni vincolo | ελεύθερη μετάφραση == traduzione libera | ελεύθερος στίχoς == verso libero / sciolto | ελεύθερο σχέδιο == disegno a mano libera

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ελευθεριότητα ελευθερόστομος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


economia η ελεύθερη συναλλαγή = οικονομία libero scambio [αρσ.] || η ελεύθερη είσοδος = ingresso [αρσ.] libero || ο ελεύθερος επαγγελματίας = lavoratore [αρσ.] autonomo || η ελεύθερη πάλη = lotta [θηλ.] libera || το ελεύθερο στυλ = stile [αρσ.] libero


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---