Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εισπνέω  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 inspira`re εισπνέω τοξικά αέρια == inspirare gas tossici
2 medicina inala`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εισπνεόμενος εισπνέων  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---