Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδολοπλόκος
επίθετο macchinato`re; intriga`nte δολοπλόκος ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό 1 congiura`to ~m~ 2 intrallazzato`re ~m~ 3 macchinato`re ~m~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |