Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιαδηλώνω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο manifesta`re (in pubblico); partecipa`re a una dimostrazio`ne διαδηλώνω κατά της κυβερνητικής πολιτικής==manifestare contro la politica del governo permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |