Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διαβατήριο  
ουσιαστικό ουδέτερο

passapo`rto ~m~ διπλωματικό διαβατήριο==passaporto diplomatico

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διαβατάρισσα διαβάτης  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ο έλεγχος διαβατηρίων = controllo [αρσ.] passaporti


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---