Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιάβαση
ουσιαστικό θηλυκό passa`ggio ~m~ υπόγεια διάβαση==passaggio sotterraneo | διάβαση πεζών==passaggio pedonale permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαη ισόπεδη διάβαση = passaggio [αρσ.] a livello || απαγορεύεται η διάβαση = vietato l'accesso Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |